Ασφαλής η βλαστοκυτταρική θεραπεία στα μάτια
Πρώιμα αποτελέσματα σε δύο ασθενείς δείχνουν βελτίωση της όρασης χωρίς παρενέργειες
Τα εμφυτεύματα εμβρυϊκών βλαστικών κυττάρων φαίνεται ότι είναι ασφαλή σε ό,τι αφορά την αποκατάσταση νόσων των οφθαλμών
Ουάσινγκτον
Πρώιμα αποτελέσματα της πρώτης κλινικής δοκιμής με εμβρυϊκά βλαστοκύτταρα για την αποκατάσταση προβλημάτων των οφθαλμών μαρτυρούν ότι η μέθοδος είναι ασφαλής.
Αισιόδοξα νέα
Τα αισιόδοξα αυτά νέα έστειλε η αμερικανική εταιρεία Advanced Cell Technology η οποία βρίσκεται πίσω από τη θεραπεία των εμβρυϊκών κυττάρων με σχετική δημοσίευση στην ιατρική επιθεώρηση «The Lancet». Οι ειδικοί της ACT αναφέρουν πως δύο ασθενείς που έλαβαν τα βλαστοκυτταρικά εμφυτεύματα στον αμφιβληστροειδή χιτώνα του ματιού τους βρίσκονται σε καλή κατάσταση, τέσσερις μήνες μετά τη μεταμόσχευση.
Η συγκεκριμένη θεραπεία αφορά τη λήψη ανώριμων κυττάρων από ανθρώπινα έμβρυα, τα οποία στη συνέχεια καλλιεργούνται στο εργαστήριο ώστε να προκύψουν κύτταρα του αμφιβληστροειδούς. Οι ειδικοί ελπίζουν ότι με χρήση των συγκεκριμένων κυττάρων εργαστηρίου θα μπορούν μελλοντικά να αποκαταστήσουν ασθένειες του αμφιβληστροειδούς χιτώνα όπως η ανίατη μέχρι σήμερα νόσος Stargardt που αποτελεί κύρια αιτία τύφλωσης νεαρών ατόμων.
Οι επιστήμονες της ACT σε συνεργασία με ειδικούς του Οφθαλμολογικού Ινστιτούτου Jules Stein στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας στο Λος Αντζελες είναι οι πρώτοι που δημοσιεύουν αποτελέσματα κλινικών δοκιμών της συγκεκριμένης τεχνικής (ακριβώς η ίδια μέθοδος άρχισε τώρα να δοκιμάζεται και στο Οφθαλμολογικό Νοσοκομείο Moorefields του Λονδίνου).
Δύο ασθενείς
Η συγκεκριμένη δοκιμή αφορούσε μια ασθενή περίπου 70 ετών με ξηράς μορφής ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς κηλίδας – πρόκειται για την κύρια αιτία τύφλωσης ηλικιωμένων στον ανεπτυγμένο κόσμο – καθώς και μια δεύτερη ασθενή στην ηλικία των 50 ετών με νόσο Stargardt.
Και οι δύο γυναίκες παρουσίαζαν σημαντική απώλεια της όρασης και θεωρούνταν τυφλές. Στο κάθε μάτι των ασθενών εγχύθηκαν 50.000 κύτταρα του μελάγχρου επιθηλίου του αμφιβληστροειδούς.
Μετά την έγχυση, εξετάσεις επιβεβαίωσαν ότι τα κύτταρα είχαν προσδεθεί στον αμφιβληστροειδή ενώ η παρακολούθηση των ασθενών έδειξε ότι τα κύτταρα συνέχιζαν να παραμένουν ζωντανά κατά τη διάρκεια των 16 εβδομάδων που διήρκεσε η συγκεκριμένη φάση της δοκιμής.
Ασφαλής διαδικασία
Συγχρόνως η διαδικασία αποδείχθηκε ασφαλής χωρίς να εμφανιστούν σημάδια απόρριψης ή μη φυσιολογικής κυτταρικής ανάπτυξης.
Αν και στη συγκεκριμένη φάση η δοκιμή δεν είχε σχεδιαστεί ώστε να αποδειχθεί η αποτελεσματικότητα της θεραπείας, οι ερευνητές αναφέρουν ότι τα μέχρι στιγμής ευρήματά τους δείχνουν ελαφριά βελτίωση της όρασης των δύο ασθενών.
Πολλά χρόνια ερευνών
Τονίζουν πάντως ότι είναι πρώιμο να εξαχθούν οριστικά συμπεράσματα και ότι απαιτούνται πολλά χρόνια ερευνών προτού η θεραπεία αποδείξει πλήρως τόσο την ασφάλεια όσο και την αποτελεσματικότητά της. Όπως χαρακτηριστικά γράφουν στο Lancet «ο απώτερος θεραπευτικός στόχος είναι η έγκαιρη θεραπεία των ασθενών, γεγονός που πιθανώς θα αυξήσει τις πιθανότητες σωτηρίας των φωτοϋποδοχέων καθώς και της κεντρικής όρασής τους».
Πάντως, ακόμη και αν η συγκεκριμένη θεραπεία αποδείξει την ασφάλειά της, η ευρεία κυκλοφορία της αναμένεται να συναντήσει σημαντικά εμπόδια καθώς δεν είναι λίγοι εκείνοι που αντιδρούν στη χρήση εμβρυϊκών βλαστικών κυττάρων εξαιτίας του ότι για τη λήψη τους απαιτείται η καταστροφή εμβρύων - ακόμη κι αν αυτή η καταστροφή γίνεται ούτως ή άλλως, για ανεξάρτητους λόγους.
Βλαστικά κύτταρα αντί για μεταμόσχευση κερατοειδούς
Η θεραπεία μπορεί να προσφέρει αποκατάσταση του χιτώνα σώζοντας από τύφλωση
Στοκχόλμη
Η μεταμόσχευση κερατοειδούς αποτελεί σε κάποιες περιπτώσεις τη λύση που μπορεί να σώσει έναν άνθρωπο από την τύφλωση. Η λύση αυτή δεν είναι όμως πάντοτε εύκολη, εξ αιτίας όχι μόνο της έλλειψης μοσχευμάτων αλλά και του φόβου επιπλοκών. Χάρη σε μια πρωτοποριακή μέθοδο ίσως σύντομα να μην είναι πλέον απαραίτητη.
Ερευνητές της Ακαδημίας Σαλγκρένσκα της Σουηδίας πέτυχαν το πρώτο βήμα για τη θεραπεία ενός κατεστραμμένου κερατοειδούς χιτώνα με τη βοήθεια εμβρυϊκών βλαστικών κυττάρων. Συγκεκριμένα κατόρθωσαν να μετατρέψουν τα βλαστικά κύτταρα σε επιθηλιακά – τα κύτταρα που «χαρίζουν» στον κερατοειδή τη διαύγειά του.
Πρώτη «καλλιέργεια» σε ανθρώπινο κερατοειδή
Οι επιστήμονες καλλιέργησαν αρχικά στο εργαστήριο τα ανθρώπινα εμβρυϊκά βλαστικά κύτταρα και στη συνέχεια τα μεταμόσχευσαν σε κατεστραμμένους κερατοειδείς, τους οποίους εξασφάλισαν από το οφθαλμολογικό τμήμα της Πανεπιστημιακής Κλινικής Σαλγκρένσκα. Οπως είδαν μέσα σε διάστημα έξι ημερών τα κύτταρα είχαν διαφοροποιηθεί σε κύτταρα του επιθηλίου του κερατοειδούς.
Αν και φαίνεται «μικρό» το επίτευγμα είναι σημαντικό, εφόσον ανοίγει τον δρόμο προς μια μελλοντική θεραπεία αποκατάστασης των βλαβών του κερατοειδούς χωρίς την ανάγκη μεταμόσχευσης.
«Παρόμοια πειράματα έχουν γίνει σε ζώα, είναι όμως η πρώτη φορά που βλαστικά κύτταρα αναπτύσσονται σε ανθρώπινους κερατοειδείς» δήλωσε ο Τσαρλς Χάνσον, ένας εκ των επικεφαλής της μελέτης η οποία δημοσιεύθηκε στην επιστημονική επιθεώρηση «Acta Ophthalmologica Scandinavica». «Αυτό σημαίνει ότι κάναμε το πρώτο βήμα ώστε να μπορέσουμε να χρησιμοποιήσουμε τα βλαστικά κύτταρα για τη θεραπεία των κερατοειδών που έχουν υποστεί βλάβες».
Ζητούμενο τώρα είναι η τελειοποίηση της τεχνικής. «Αν κατορθώσουμε να αναπτύξουμε μια μέθοδο ρουτίνας η διαθεσιμότητα της θεραπείας για τους ασθενείς που χρειάζονται έναν νέο κερατοειδή θα είναι ουσιαστικά ανεξάντλητη» υπογράμμισε ο Ουλφ Στένεβι, ο έτερος επικεφαλής της μελέτης. «Επίσης τόσο η χειρουργική διαδικασία όσο και η αποκατάσταση θα είναι πολύ απλούστερες».
Χρήση των μεσεγχυματικών βλαστοκυττάρων του ιστού του ομφαλίου λώρου στην αντιμετώπιση του συνδρόμου της αναπνευστικής δυσχέρειας που προκαλεί η covid 19
Mία από τις πλέον σοβαρές επιπλοκές που προκαλεί η μόλυνση από τον SARS CοV2 είναι η πνευμονία, η οποία δεν οφείλεται σε αυτόν καθ’ εαυτόν τον ιό, αλλά στην υπερβολική ενεργοποίηση οργανισμού προκειμένου να τον εξουδετερώσει. Το αμυντικό σύστημα του οργανισμού στέλνει στον πνεύμονα υπερβολικό αριθμό αμυντικών κυττάρων τα οποία καταστρέφονται και τα προϊόντα της λύσης τους προκαλούν την εκτεταμένη πνευμονία. Η πνευμονία απειλεί τη ζωή των ασθενών και ένα μεγάλο ποσοστό αυτών καταλήγουν στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας και στον αναπνευστήρα. Αυτού του είδους η πνευμονία δεν αντιμετωπίζεται με αντιβιοτικά, αλλά με παράγοντες οι οποίοι σταματούν την ενεργοποίηση του ανοσοποιητικού συστήματος και την υπερβολική συγκέντρωση αμυντικών κυττάρων στον πνεύμονα.
Οι παράγοντες αυτοί χορηγούνται στην αρχή της νόσου, όταν διαπιστωθεί η συμμετοχή του πνεύμονα, και όχι όταν η πνευμονία καταλάβει μεγάλη έκταση. Μέχρι σήμερα έχουν δοκιμαστεί 7 παράγοντες και εξ αυτών μόνο το πλάσμα που προέρχεται από νοσήσαντες ασθενείς έχει κάποια θεραπευτική επίδραση. Τον Ιούνιο του 2020 δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά από το πανεπιστήμιο του Πεκίνου η χρήση των μεσεγχυματικώνβλαστοκυττάρων του ιστού του ομφαλίου λώρου σε ασθενείς με covid 19, οι οποίοι είχαν ανάγκη χορήγησης οξυγόνου. Η χορήγηση των βλαστοκυττάρων έγινε τον Φεβρουάριο του 2020 σε 7 ασθενείς και η αξιολόγηση τους έγινε 14 ημέρες αργότερα. Η οξυγόνωση των πνευμόνων έδειξε σημεία βελτίωσης σε όλους τους ασθενείς από την 2η ημέρα και μετά. Κανένας εξ αυτών δεν κατέληξε και το σημαντικότερο είναι ότι 3 ασθενείς με βαριά πνευμονία έφυγαν από το νοσοκομείο την 10η ημέρα. Η μελέτη αυτή έγινε σε σύγκριση με 3 ασθενείς που δεν έλαβαν θεραπεία με βλαστοκύτταρα και είχαν την ίδια βαρύτητα της νόσου. Ο ένας εξ αυτών κατέληξε, ο 2ος εμφάνισε βαριά πνευμονία και ο 3ος έφυγε από το νοσοκομείο.
Πρόσφατα από το Πανεπιστήμιο του Μαϊάμι δημοσιεύτηκαν τα αποτελέσματα της χορήγησης μεσεγχυματικώνβλαστοκυττάρων του ιστού του ομφαλίου λώρου σε 24 ασθενείς με covid 19, στα πλαίσια αδειοδοτημένης κλινικής μελέτης. Στους ασθενείς αυτούς χορηγήθηκαν 2 δόσεις βλαστοκυττάρων σε διάστημα 3 ημερών και αξιολογήθηκε η κλινική και ακτινογραφική εικόνα, καθώς και οι βιοχημικοί δείκτες της φλεγμονής την 28η και 31η μέρα αντίστοιχα. Τα αποτελέσματα αξιολογήθηκαν σε σχέση με ασθενείς ίδιας βαρύτητας που δεν έλαβαν βλαστοκύτταρα. Οι ασθενείς που έλαβαν βλαστοκύτταρα είχαν καλύτερη έκβαση και σε συντομότερο χρόνο, ενώ οι δείκτες της φλεγμονής είχαν θεαματική βελτίωση. Η συχνότητα σοβαρών επιπλοκών ήταν 6 φορές μεγαλύτερη στην ομάδα των ασθενών που δεν έλαβαν βλαστοκύτταρα.
Σήμερα βρίσκονται σε εξέλιξη 16 κλινικές μελέτες με συμμετοχή έως 80 ασθενών σε κάθε μία, στις οποίες χρησιμοποιούνται μεσεγχυματικάβλαστοκύτταρα για την αντιμετώπιση της πνευμονίας και της αναπνευστικής δυσχέρειας. Η ανοσοκατασταλτική και ανοσορυθμιστική δράση των μεσεγχυματικώνβλαστοκυττάρων είναι ιδιαίτερα σημαντική και για το λόγο αυτόν δοκιμάζονται σε αυτοάνοσες παθήσεις. Επίσης τα μεσεγχυματικάβλαστοκύτταρα έχει βρεθεί ότι μπορούν να μετατραπούν σε πνευμονιοκύτταρα τύπου ΙΙ, τα οποία αποτελούν τον μητρικό πληθυσμό των πνευμονιοκυττάρων του τοιχώματος των κυψελίδων και ως εκ τούτου βοηθούν στην αναγέννηση του πνεύμονα.
Θεραπεία με βλαστοκύτταρα δίνει ελπίδα για αποκατάσταση τραυματισμών του νωτιαίου μυελού
Οι τραυματισμοί στη σπονδυλική στήλη με συμμετοχή του νωτιαίου μυελού έχουν δημιουργήσει προβλήματα σε χιλιάδες ανθρώπους, με μία νέα έρευνα να δίνει ελπίδες για τη θεραπεία τους. Ερευνητές του Yale ολοκλήρωσαν τη δεύτερη φάση των κλινικών δοκιμών, στις οποίες 13 ασθενείς με τραυματισμούς στη σπονδυλική στήλη, είδαν μεγάλη βελτίωση στις κινητικές τους λειτουργίες, μετά τη θεραπεία με δικά τους βλαστοκύτταρα, τα οποία συλλέχτηκαν από το μυελό των οστών τους. Οι 13 ασθενείς ήταν τραυματίες ατυχημάτων και όλοι εκτός ενός σημείωσαν σημαντικές βελτιώσεις στην αίσθηση ή την κίνησή τους έως και έξι μήνες μετά τη θεραπεία. Πάνω από τους μισούς περπάτησαν ή χρησιμοποίησαν τα χέρια τους, ενώ δεν αναφέρθηκαν αρνητικά συμπτώματα.Οι ερευνητές αναγνωρίζουν πως πρόκειται για μικρό δείγμα, αλλά είναι σίγουροι πως τα αρχικά δεδομένα, δείχνουν κάτι το οποίο είναι ασφαλές, εφικτό και αξίζει περαιτέρω μελέτη με περισσότερους ασθενείς.
Η έρευνα δημοσιεύτηκε στο Journal of Clinical Neurology and Neurosurgery https://www.newsbeast.gr/health/arthro /7144804/therapeia-me-vlastokyttaradinei-elpida-gia-apokatastasitravmatismon-sti-spondyliki-stili
Τα βλαστοκύτταρα του πλακούντα των εγγονών βελτιώνουν την κλινική εικόνα των παππούδων με εγκεφαλικό επεισόδιο
Είναι γνωστό εδώ και αρκετά χρόνια ότι η χρήση βλαστοκυττάρων σε ασθενείς με εγκεφαλικό επεισόδιο προσφέρει σημαντικά οφέλη στην κινητικότητα και την ομιλία. Τα βλαστοκύτταρα προέρχονταν από τον μυελό των οστών και το λίπος και πρόσφατα από τον πλακούντα. Ενώ αρχικά τα βλαστοκύτταρα ήταν αυτόλογα (του ίδιου του ασθενή), σήμερα προέρχονται από οικογενειακούς δότες ομφαλοπλακουντιακού αίματος. Τα αυτόλογαβλαστοκύτταρα στη θεραπεία του εγκεφαλικού επεισοδίου επειδή προέρχονται από ηλικιωμένους ασθενείς οι οποίοι λαμβάνουν μακροχρόνιες θεραπείες, έχουν ελαττωμένη θεραπευτική ικανότητα. Σε αντίθεση τα βλαστοκύτταρα του πλακούντα είναι νεαρά και υγιή και διαθέτουν μεγάλη αναπλαστική ικανότητα.
Βλαστοκύτταρα του πλακούντα συλλέγονται κατά τη γέννηση των εγγονών και χορηγούνται στους παππούδες οι οποίοι εμφανίζουν εγκεφαλικό επεισόδιο. Χρησιμοποιούνται και οι δύο τύποι των βλαστοκυττάρων, αιμοποιητικά του ομφαλικού αίματος και μεσεγχυματικά του ιστού του ομφαλίου λώρου. Η βελτίωση την οποία παρουσιάζουν οι ασθενείς είναι ιδιαίτερα σημαντική και αφορά την ομιλία, τη διαχείριση του σώματος τους, την αυτοεξυπηρέτηση και τη διάθεση επανόδου στην φυσιολογική ζωή. Το ομφαλικό αίμα αποδεικνύεται για ακόμα μία φορά αποτελεσματικό, σε εκφυλιστικές παθήσεις της τρίτης ηλικίας. Τα βλαστοκύτταρα του ομφαλικού αίματος χρησιμοποιούνται από το 2008 για τη θεραπεία της εγκεφαλικής παράλυσης των νεογνών και από το 2014 για τη θεραπεία του αυτισμού, με τεκμηριωμένα θετικά αποτελέσματα. Επομένως η χρήση τους για τη βελτίωση της λειτουργίας του νευρικού συστήματος είναι γνωστή. Σήμερα προτείνεται η χρήση τους στους παππούδες ως δώρο από τα εγγόνια στους.
Θεραπεία του αυτισμού με βλαστοκύτταρα του ιστού του ομφαλίου λώρου
Σε 12 παιδιά, ηλικίας από 2-11 ετών, ευρισκόμενα στο φάσμα του αυτισμού χορηγήθηκαν μεσεγχυματικάβλαστοκύτταρα του ιστού του ομφαλίου λώρου προερχόμενα από δότες (αλλογενή). Η θεραπεία έγινε στην Αιματολογική κλινική του Πανεπιστημίου του Duke, η οποία διαθέτει μεγάλη εμπειρία στη χρήση βλαστικών κυττάρων του ομφαλοπλακουντιακού αίματος στη θεραπεία της εγκεφαλικής παράλυσης και του αυτισμού. Οι χορηγήσεις των βλαστοκυττάρων έγιναν από τον Ιούνιο έως τον Οκτώβριο του 2017.
Στη μελέτη αυτή για πρώτη φορά χρησιμοποιήθηκαν μεσεγχυματικάβλαστοκύτταρα του ιστού του ομφαλίου λώρου και μάλιστα αλλογενή. Τα μισά παιδιά εμφάνισαν βελτίωση των συμπτωμάτων τα οποία αποδόθηκαν στη χρήση των βλαστοκυττάρων, δεδομένου ότι δεν άλλαξε κάτι στη θεραπεία τους πέρα από τη χορήγηση των κυττάρων. Τα αποτελέσματα αξιολογήθηκαν σε σχέση με παιδιά μάρτυρες τα οποία δεν έλαβαν σε αυτή τη χρονική στιγμή βλαστοκύτταρα. Τα παιδιά έλαβαν 1, 2 ή 3 δόσεις ανά δύο μήνες και αξιολογήθηκαν πριν την 1η χορήγηση, 6 και 12 μήνες μετά την τελευταία δόση. Τα παιδιά δεν εμφάνισαν καμία παρενέργεια πέρα από το άγχος του περιβάλλοντος και της διαδικασίας χορήγησης, στους 20 συνολικά μήνες που παρακολουθήθηκαν.
Πέντε παιδιά εμφάνισαν αντισώματα έναντι των βλαστοκυττάρων, επειδή προέρχονταν από δότες και δεν ήταν αυτόλογα. Τα αντισώματα αυτά στο χρόνο της παρακολούθησης ήταν σιωπηλά και δεν επηρέασαν την υγεία των παιδιών. Μετρήσεις που αναφέρονται στην αξιολόγηση της επικοινωνίας έδειξαν αύξηση κατά 3 μονάδες στα παιδιά που έλαβαν βλαστοκύτταρα δείχνοντας βελτίωση, ενώ μετρήσεις της βαρύτητας των συμπτωμάτων έδειξαν ελάττωση κατά 5 μονάδες τουλάχιστον, δείχνοντας σαφή βελτίωση και η γνώμη του ειδικού ήταν ότι τα έξι παιδιά είχαν βελτίωση σε σχέση με τα υπόλοιπα 6 τα οποία δεν παρουσίασαν καμία διαφορά. Τα 6 παιδιά έδειξαν βελτίωση στις ≥2/3 μετρήσεις, 4/12 παιδιά έδειξαν βελτίωση σε 3 μετρήσεις και 2/12 σε δύο μετρήσεις. Παράλληλα η ομάδα αυτή δημοσίευσε τα αποτελέσματα μαγνητικής τομογραφίας (MRI) 25 παιδιών στο φάσμα του αυτισμού μετά τηχορήγηση αυτόλογων αιμοποιητικώ ν βλαστοκυττάρων.
Για τη μελέτη της τομογραφίας χρησιμοποιήθηκε ειδικός αλγόριθμος ο οποίος μετράει την μάζα της λευκής ουσίας και την πυκνότητα των νευρικών συνάψεων. Στα αυτιστικά παιδιά υπάρχουν συγκεκριμένες περιοχές του εγκεφάλου οι οποίες υπολείπονται σε ανάπτυξη και αυτές σχετίζονται με την ομιλία, το συναίσθημα και την κοινωνικότητα. Οι περιοχές αυτές αποτελούν αντικείμενο αξιολόγησης μετά τη χορήγηση των βλαστοκυττάρων και η βελτίωση της ακτινογραφικής εικόνας σχετίζεται απόλυτα με τη βελτίωση των συμπτωμάτων. Η όλη δυσλειτουργία του εγκεφάλου οδηγεί στα κύρια συμπτώματα του αυτισμού, την έλλειψη ομιλίας, τη συναισθηματική διαταραχή και την έλλειψη κοινωνικότητας.
Η αποτελεσματικότητα των βλαστοκυττάρων έγκειται στην καταστολή της νευροφλεγμονής και τη δημιουργία καλύτερου μικροπεριβάλλοντος για την ανάπτυξη των νευρώνων και των συνάψεων τους. Για τους λόγους αυτούς η χρήση των βλαστοκυττάρων πρέπει να γίνεται αμέσως μετά τη διάγνωση του αυτισμού και μάλιστα με αυτόλογαβλαστοκύτταρα, δεδομένου ότι για πρώτη φορά στη βιβλιογραφία αναφέρεται η ανάπτυξη αντισωμάτων, έναντι του ξένου υλικού, και χρειάζεται περαιτέρω μελέτη της απώτερης επίπτωσης των αντισωμάτων στην υγεία των αυτιστικών παιδιών.
Sun J M at al 2020 Stem Cells TranslMed . 1-10 doi:10.1002/stem.19-0434 Anish Simhal, at al 2020. Scientific Reports 10:10819